Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

Κυρατσούλες...

του Θ.Νιάρχου, ποιητή & συνεκδότη του περιοδικού «Η Λέξη».
Μιλώντας την περασμένη εβδομάδα για την περιλάλητη κρίση, σε συνδυασμό με τους πολιτικούς που καταγγέλλονται για τα γνωστά οικονομικά σκάνδαλα, καταλήγαμε σ' αυτό το είδος της κοινωνικής μελαγχολίας που δημιουργείται όταν μια μορφή ζωής (όπως, αίφνης, η πολιτική), στην πιο εκφυλισμένη της μάλιστα μορφή, διαγράφει τον ορίζοντα πανταχόθεν αποκλεισμένο και σκοτεινό. Υποσχεθήκαμε να συνεχίσουμε γιατί το θέμα είναι τεράστιο αλλά, προπαντός, για να υπογραμμίσουμε μια «λεπτομέρεια» που μας διαφεύγει συνεχώς. Ανθρωποι όπως οι πολιτικοί αλλά και γενικότερα, που δεν τους πτοεί το γεγονός πως όταν «αποκαλυφθούν» θα ταπεινωθούν και θα εξευτελιστούν, δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να πράξουν οτιδήποτε την ώρα που κανείς δεν τους υποψιάζεται. Ανθρωποι που λογαριάζουν την ταπείνωση και τον εξευτελισμό ως προϋπόθεση της «δουλειάς» τους ή ακόμη χειρότερο πως θα κατορθώσουν να «διασκεδάσουν» τις καταγγελίες, όταν οι τελευταίες πραγματοποιηθούν, έστω κι αν η εξαγορά και η μίζα ήταν άγνωστες ακόμη και ως λέξεις θα τις προκαλούσαν να συμβούν.

Αν η συμφορά μιας αντίστοιχης συμπεριφοράς περιοριζόταν στον «στενό» κοινωνικό χώρο μιας οποιασδήποτε χώρας θα ήταν δυνατό να μιλάμε για ένα ενδημικό σύμπτωμα ή έστω μιαν ενδημική γάγγραινα. Συμπεραίνεις όμως την ύπαρξη μιας νοοτροπίας που μεταβάλλει την πασίγνωστη ρήση πως «το ψάρι βρωμάει απ' το κεφάλι» σε μιαν εφιαλτική πραγματικότητα. Μέσα σ' έναν κόσμο που χάνεται με οικολογικές καταστροφές, με τοπικές ή ευρύτερες συρράξεις, με μειονότητες που καθιστούν τη ζωή σε μιαν από Θεού κατάρα, οι πολιτικοί φροντίζουν τα του οίκου τους σαν να είναι οι μόνοι που θα άξιζε να επιζήσουν από μια καθολική εξαφάνιση. Εχουν μεταβάλει σε ύψιστη αξία την προσωπική τους επιβίωση (και μάλιστα πολυτελή), ως ανταμοιβή φαίνεται για τον εξευτελισμό που έχουν προκαλέσει στις έννοιες της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας» και του «σοσιαλισμού». Οπως ακριβώς οι μικροαστές κυρατσούλες της λαϊκής γειτονιάς που, αφού ντυθούνε κι αρωματιστούνε, ό,τι και να συμβαίνει στο διπλανό τους σπίτι, οι ίδιες, με τον σύζυγο, τη φίλη ή τον εραστή θ' απολαύσουν την προγραμματισμένη τους διασκέδαση.

Καμιά ρωγμή και κανένα ρήγμα ώστε να περάσει μέσα τους η βουή και η αντάρα του κόσμου που στοιχειώνανε, υποτίθεται, τον ύπνο τους. Ωστόσο, αν έχουν αλλάξει κατά κάτι οι καιροί, χωρίς βέβαια να το έχουν προκαλέσει οι πολιτικοί, είναι κυρίως κατά τούτο: πως οτιδήποτε το γνωρίζουν μόνον οι ίδιοι την ώρα που συμβαίνει (συνωμοσία ή κλεψιά), κάποια στιγμή θα το συζητάει στα σπίτια, στις καφετέριες, στα πηγαδάκια ο κόσμος όλος. Κανείς δεν μπορεί πια να κρυφτεί επ' άπειρον. Με το να έχει δικτυωθεί όλος ο κόσμος (άσχετο αν είναι καλό ή κακό) μ' έναν τρόπο που μεταβάλλει την αποκάλυψη και την καταγγελία σε πρώτη ύλη του, δεν μπορεί κανείς να εξαιρεθεί του «κλίματος» αυτού. Μπορεί να μαθαίνουμε αμέσως τι κάνανε ο Γουόρχολ και ο Μάικλ Τζάκσον, αλλά έστω με καθυστέρηση θα πληροφορηθούμε τι ανταλλάξανε μέσα στους τέσσερις τοίχους ενός γραφείου δύο αξιωματούχοι της πολιτικής ζωής. Με τον πλέον έμπιστό του, χωρίς κοριούς, να συζητάει ένας πρωθυπουργός σ' ένα απόμερο κρησφύγετο θα 'ρθει η στιγμή που η συνομιλία τους θα 'χει γίνει μπάλα σε μια γειτονική αλάνα.

Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει απολείψει στον σημερινό κόσμο η προοπτική της επανάστασης: επειδή η επανάσταση για να υπάρξει και να φτουρήσει χρειάζονται δυσκολίες και εμπόδια, που η «άπλετη» επικοινωνία, φαινομενικά έστω, τα εξαφανίζει.

Αλλά και γιατί τα μέσα επικοινωνίας έχουν μεταβάλει τον διασυρμό και τον εξευτελισμό, που θα έπρεπε η προοπτική τους να τρομοκρατεί, σε κάτι σαν εύσημο που είναι αναπόφευκτο να υπάρξει όταν κάποιος γίνεται δημόσιο πρόσωπο.

ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 18-6-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου